Δευτέρα, 11 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΈργα ΥποδομώνΠοιότητα ζωής...

Ποιότητα ζωής και εξοικονόμηση ενέργειας με τη βοήθεια των μονώσεων.

Προστασία από τα δυσάρεστα αποτελέσματα που προκαλούν οι καιρικές συνθήκες, ο θόρυβος, η φωτιά αλλά και διάφορες χημικές ουσίες, υπόσχονται να μας προσφέρουν διάφορα είδη μονώσεων. H επιλογή των υλικών γίνεται κατά περίπτωση. Πως λειτουργεί ο προστατευτικός τους «μανδύας»; Πως μπορούμε να ελέγξουμε εάν μία κατασκευή είναι σωστά μονωμένη; Τι είδους στεγανωτικά υλικά κυκλοφορούν στην αγορά και με ποια κριτήρια επιλέγουμε το κατάλληλο για τις ανάγκες μας;

Μόνωση είναι ένας πολύ γενικός όρος με τον οποίο εννοούμε τα παρακάτω:
1) θερμομόνωση που σημαίνει προστασία από τη ζέστη ή το κρύο
2) στεγανοποίηση ή υγρομόνωση που σημαίνει προστασία από το νερό και τη υγρασία
3) ηχομόνωση που σημαίνει προστασία από το θόρυβο και το δυνατό ήχο.
4) χημική προστασία
5) πυροπροστασία.
Toυ Γιώργου Μαυρουλέα*

Η θερμομόνωση επιτυγχάνεται με τη χρήση υλικών τα οποία έχουν εγκλωβίσει ακίνητο αέρα (ή αέρια με χαμηλό συντελεστή θερμικής αγωγιμότητας) στη μάζα τους είτε σε φυσαλίδες είτε σε στοιβάδες. Ο ακίνητος αέρας ως γνωστόν είναι το πλέον θερμομονωτικό στοιχείο στη φύση. Αυτό εκμεταλλεύονται συνεπώς τα θερμομονωτικά υλικά.
Τέτοια υλικά είναι:
α) το EPS γνωστή ως διογκωμένη πολυστερίνη και στην Ελλάδα αρκετά πιο δημοφιλές με τον όρο «φελιζόλ»
β) το XPS ή εξηλασμένη πολυστερίνη
γ) ο πετροβάμβακας, ο ορυκτοβάμβακας και ο υαλοβάμβακας τα οποία είναι ινώδη υλικά
δ) ινώδη είναι επίσης και υλικά από πλαστικές ίνες από ανακυκλωμένο πλαστικό, μαλλί προβάτου και ξυλόμαλλο
στ) η διογκωμένη ύαλος
κα.

Η θερμότητα μεταδίδεται με δύο τρόπους: με την αγωγιμότητα ή επαφή και με τη θερμική ακτινοβολία.
Θερμική αγωγιμότητα ονομάζεται η ιδιότητα που έχουν όλα τα υλικά να είναι θερμοπερατά. Ο συντελεστής θερμικής αγωγιμότητας μετράει ουσιαστικά τα Watt που μπορούν να περάσουν μέσα από ένα υλικό πάχους ενός μέτρου, μέσα σε μια ώρα και με διαφορά θερμοκρασίας ενός βαθμού Κέλβιν από την μία παρειά του υλικού στην άλλη. Ορίζεται ως (ελ ή λάμδα ελληνικό) l = W/h*m2*Κ.
Με τον όρο θερμική αντίσταση R ενός υλικού εννοούμε το αντίθετο του συντελεστή θερμικής αγωγιμότητας δηλαδή το 1/l. Αν μάλιστα θέλουμε να βρούμε τη θερμική αντίσταση ενός συγκεκριμένου υλικού με δεδομένο πάχος, τότε: R= d/l . Δηλαδή η θερμική αντίσταση ενός υλικού ισούται με το πάχος του υλικού δια το συντελεστή θερμικής του αγωγιμότητας.

Η θερμική ακτινοβολία αντιμετωπίζεται με υλικά που εμφανίζουν υψηλή ανακλαστικότητα. Πχ το λευκό χρώμα (από οξείδιο του τιτανίου ή του ψευδαργύρου) και τα πολύ ανοιχτά χρώματα εν γένει.

Ο συνδυασμός θερμοανακλαστικών υλικών (όπως ο γραφίτης για παράδειγμα ή τα φύλλα αλουμινίου) με θερμομονωτικά υλικά (πχ διογκωμένη ή εξηλασμένη πολυστερίνη για το γραφίτη και ορυκτοβάμβακα ή υαλοβάμβακα) έχουν δημιουργήσει υλικά με χαμηλότερο συντελεστή θερμικής αγωγιμότητας από τα μη σύνθετα θερμομονωτικά.

Στους τοίχους η θερμομόνωση πρέπει να τοποθετείται στην εξωτερική τους όψη (με σύστημα εξωτερικής θερμομόνωσης) προκειμένου να εκμεταλλευθούμε τη θερμοχωρητικότητά τους.
Στα δώματα, οι θερμομονώσεις τοποθετούνται με δύο τρόπους: είτε κάτω από τη στεγανωτική στρώση (συμβατική μόνωση) είτε πάνω από τη στεγανωτική στρώση (ανεστραμμένη). Προτιμότερη μέθοδος εδώ είναι η συμβατική μόνωση.
Σε κάθε περίπτωση η θερμομόνωση όμως πρέπει να τοποθετείται πάνω από την πλάκα σκυροδέματος.

Χαρακτηριστικό σύμπτωμα από έλλειψη θερμομόνωσης ή ανεπάρκειάς της, είναι η συμπύκνωση υδρατμών και η εμφάνιση μυκήτων.

θερμομονωμένες) η καταλληλότερη μέθοδος είναι η χρήση θερμικής κάμερας. Προσοχή όμως, η θερμογράφηση πρέπει να γίνεται από πτυχιούχο θερμογράφο. Αυτό είναι σημαντικό γιατί τα λάθη που γίνονται κατά τη χρήση της κάμερας αλλά και στην ερμηνεία των δεδομένων είναι πολύ συχνά και καταμαρτυρούν άγνοια του οργάνου.
Μία σημαντική παράμετρος που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη είναι ότι η κίνηση της θερμοκρασίας γίνεται πάντα από το πιο θερμό προς το πιο κρύο.

Η στεγανοποίηση ή υγρομόνωση προστατεύει την οποιαδήποτε κατασκευή από το νερό.
Το νερό είναι ένα εξαιρετικό διαλυτικό μέσο και αποτελεί τη βασική αιτία γήρανσης, αποσάθρωσης, διάβρωσης και εν γένει καταστροφής των δομικών υλικών.
Ως διαλυτικό μέσο, εκτός του ό,τι διαλύει τα ίδια τα δομικά υλικά, σε μορφή διαλύματος (νερό και άλατα ή οξέα ή βάσεις) λειτουργεί και σαν ηλεκτρολύτης. Αυτό με τη σειρά του οδηγεί σε περαιτέρω καταστροφή των δομικών υλικών.
Οι επιφάνειες που στεγανοποιούμε κατά την κατασκευή είναι οι υπόγειες δομές που έρχονται σε επαφή με το χώμα και το νερό, τα δώματα (οι ταράτσες δηλαδή και οι βεράντες) οι κεραμοσκεπές και τα μπαλκόνια, οι αρμοί, οι ντουσιέρες κλπ.
Η στεγανοποίηση είναι ο πλέον απαιτητικός τομέας από αυτούς που αναφέρθηκαν στην έναρξη του άρθρου. Ειδικά μάλιστα κατά την επισκευή (και όχι την κατασκευή) ενός κτηρίου οι απαιτήσεις για μεγάλο βάθος τεχνογνωσίας αυξάνονται δραματικά. Αν σε αυτό προσθέσουμε και την έλλειψη τεχνικών σχολών από τις οποίες να βγαίνουν τεχνίτες μόνωσης, μπορούμε να αντιληφθούμε γιατί κάθε χρόνο εκατομμύρια τετραγωνικά μέτρα επαναστεγανοποιούνται στη χώρα μας.

Για μια σωστή κατασκευή μπορούν να ακολουθηθούν οι σχετικές εθνικές τεχνικές προδιαγραφές και τα ευρωπαϊκά πρότυπα ή κανονισμοί. Για την επισκευή όμως απαιτείται σοβαρή μελέτη, με έμφαση στις λεπτομέρειες και στα ευπαθή σημεία της κατασκευής.
Τα στεγανωτικά υλικά που κυκλοφορούν είναι κυριολεκτικά δεκάδες χιλιάδες. Η επιλογή τους απαιτεί να γίνεται με βάση αρκετές παραμέτρους όπως: το αν η στεγανωτική στρώση θα καλυφθεί από στρώση προστασίας ή όχι, από το ποια επιφάνεια καλείται να στεγανοποιήσει (πχ υπόγειο, κήπο, δώματα, αρμό κλπ), από την αντοχή σε μηχανικές καταπονήσεις, από την ελαστικότητά του, από τη χημική του συμβατότητα με τα υλικά του υποστρώματός του, από το αν είναι επαλειφόμενο ή μεμβράνη, αν έχει αντοχή σε θετικές ή αρνητικές πιέσεις νερού, αν επικολλάται ή όχι στο υπόστρωμά του, από την αντοχή του σε υψηλές θερμοκρασίες (για ορισμένες περιπτώσεις), από το αν είναι διαφανές ή καλύπτει την επιφάνεια που καλείται να στεγανοποιήσει, και πολλές άλλες.
Μια γενική κατηγοριοποίηση των στεγανοποιητικών υλικών με βάση τη χημική τους σύνθεση, τον τρόπο εφαρμογής τους ή τη χρήση τους, θα μπορούσε να είναι η παρακάτω:
1) τα τσιμεντοειδούς βάσεως στεγανωτικά υλικά. Αυτά χωρίζονται σε επιμέρους κατηγορίες: τα συμβατικά, τα εύκαμπτα, τα διεισδυτικά με ανάπτυξη κρυστάλλων, τα ελαστικά και τα στεγανά επιχρίσματα.
2) τα υλικά αντιμετώπισης ανερχόμενης υγρασίας από το έδαφος πχ ενέσιμα-φραγές, επιχρίσματα υψηλής διαπνοής, ουδετεροποίησης του ηλεκτρικού πεδίου στο πορώδες κλπ.
3) οι μεμβράνες: ασφαλτικές, EPDM, PVC, TPO, μπεντονιτικές.
4) τα επαλειφόμενα υλικά: πολυουρεθανικής βάσης, υβριδικά, ΜS, ακρυλικά, ασφαλτικά, σιλικονούχα, ασφαλτοπολυουρεθανικά κ.ά.
5) μαστίχες ή σφραγιστικά υλικά: σιλικόνες, ακρυλικές μαστίχες, ΜS, πολυσουλφίδια, θειόκολες, πολυουρεθανικές μαστίχες, ασφαλτικές, λιθανθρακόπισσα, κλπ.
6) εμποτιστικά: με βάση σιλάνια, σιλοξάνια, σιλικόνη, πολυουρεθανικά, νανοτεχνολογίας, υπερυδροφοβικά, ρητίνες, κλπ .
7) πρόσμικτα, κυρίως για κονιάματα, που αυξάνουν τη στεγανότητά τους ή τα καθιστούν στεγανά.
8) εξειδικευμένης χρήσης (ταινίες, για υψηλές θερμοκρασίες, για ισχυρά επαγωγικά πεδία, για περιορισμό του ραδονίου, υδροδιογκούμενα και πολλά άλλα).

Αυτό όμως που πρέπει να τονιστεί είναι ότι όταν μιλάμε για στεγανοποίηση μιλάμε με όρους συστημάτων. Δηλαδή η στεγανωτική στρώση είναι ένα σύστημα από στεγανοποιητικά υλικά (και όχι μόνο: πχ εξαεριστήρες για τον απεγκλωβισμό υγρασιών) που το ένα συμπληρώνει το άλλο διασφαλίζοντας το άρτιο αποτέλεσμα που αναμένεται.

* Ο κ. Γιώργος Μαυρουλέας είναι υπεύθυνος του επιστημονικού
τμήματος του Πανελληνίου Συνδέσμου Εταιρειών Μόνωσης (ΠΣΕΜ)

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
WordPress Ads